...το θράσος της κ. Κεραμέως και η βουλιμία των σχολαρχών στοχεύουν διαχρονικά ακόμα πιο μακριά: στην ενίσχυση με ζεστό κρατικό χρήμα των ιδιωτικών σχολείων που θα παραμένουν ταυτόχρονα ασύδοτα από κάθε κρατική εποπτεία.
“Στο πρόσφατο νομοσχέδιο για την ιδιωτική εκπαίδευση που κατέθεσε προς ψήφιση η κ. Κεραμέως-μοναδική υπουργός Παιδείας ανά την υφήλιο η οποία διά της Τράπεζας Θεμάτων στοχεύει στη μείωση του μαθητικού δυναμικού της χώρας της-επιδιώκεται εμμονικά και κατά παράβαση της συνταγματικής επιταγής η μετατροπή των ιδιωτικών σχολείων από ιδρύματα παροχής του δημόσιου κοινωνικού αγαθού της εκπαίδευσης σε επιχειρήσεις πώλησης καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών αμφιβόλου και ανεξέλεγκτης ποιότητας με ολέθριες συνέπειες για τη μόρφωση των παιδιών, για τις εκπαιδευτικές και επομένως κοινωνικές ανισοτήτες και εν τέλει για τη Δημοκρατία.”
Η επακόλουθη διάλυση των εργασιακών σχέσεων είναι απλή συνέπεια αυτής της μετατροπής και αναγκαστική κίνηση εξυπηρέτησης της μεγιστοποίησης του κέρδους αυτών των επιχειρήσεων.
Όμως, το θράσος της κ. Κεραμέως και η βουλιμία των σχολαρχών στοχεύουν διαχρονικά ακόμα πιο μακριά: στην ενίσχυση με ζεστό κρατικό χρήμα των ιδιωτικών σχολείων που θα παραμένουν ταυτόχρονα ασύδοτα από κάθε κρατική εποπτεία.
Συγκεκριμένα, στην παρουσίαση του προγράμματος της Ν.Δ. το 2018 για την εκπαίδευση, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε, μεταξύ άλλων, λόγο για την αδήριτη ανάγκη μιας “ελεύθερης γονεϊκής επιλογής” μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού σχολείου.
Στις 7 Αυγούστου του 2018, ο τότε βουλευτής του ιδίου κόμματος και γνωστός πανεπιστημιακός Θεόδωρος Φορτσάκης, σε άρθρο του στην εφημερίδα “Καθημερινή” με τον εύγλωττο τίτλο “Θέλουμε ιδιωτική εκπαίδευση;”, πρότεινε: “Οι γονείς που επιλέγουν την ιδιωτική παιδεία να ενισχύονται οικονομικά από το κράτος είτε με ‘κουπόνι’ είτε με φοροαπαλλαγή, με συγκεκριμένες προϋποθέσεις”.
Όμως αυτή η εμμονή της Νέας Δημοκρατίας με το εκπαιδευτικό κουπόνι και την “ελεύθερη επιλογή” σχολείου δεν είναι σημερινή, ούτε έχει σχέση μόνο με την ελληνική πραγματικότητα και αξίζει να δούμε την εξέλιξή της στα τελευταία χρόνια.
Υπάρχει ένα λόμπι στις ΗΠΑ με την επωνυμία Ίδρυμα για την Εκπαιδευτική Επιλογή (Foundation for Education Choice). Το λόμπι αυτό, που καθοδηγείται από τις ιδέες του γκουρού της κυριαρχίας των αγορών στα δημόσια αγαθά Μίλτον Φρίντμαν, προωθεί την κρατική επιδότηση της ιδιωτικής εκπαίδευσης και δαπανά τεράστια ποσά για την προβολή της εκπαιδευτικής ιδιωτικοποίησης στο όνομα της ελεύθερης επιλογής.
Ως γνωστόν, το όνομα του Φρίντμαν συνδέεται με τις αλλαγές της οικονομικής πολιτικής που εφάρμοσαν τα καθεστώτα του Πινοσέτ στη Χιλή, του Βιντέλα στην Αργεντινή, του Ρίγκαν στις ΗΠΑ και της Θάτσερ στη Βρετανία. Στον Φρίντμαν, επίσης, αποδίδεται η θεωρία του “Δόγματος του Σοκ”, που βασίζεται στην ιδέα ότι μια οικονομική κρίση ή ένα γεγονός καταστροφής ή πολέμου είναι η ευκαιρία για μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις σε ένα κράτος. Η επιτυχία της πολιτικής αυτής βασίζεται στο γεγονός ότι ο φόβος και οι ενοχές για τα αποτελέσματα της κρίσης ή της καταστροφής κάνει τους πολίτες ανεκτικούς και απαθείς σε επαναλαμβανόμενες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις ακριβώς επειδή πιστεύουν ότι κάτι άλλο, χειρότερο, έρχεται.
Βασική αρχή της πολιτικής που προωθεί το εν λόγω ίδρυμα είναι η δυνατότητα της ελεύθερης επιλογής του δημόσιου ή ιδιωτικού σχολείου από έναν γονέα μέσω της χρήσης ενός κουπονιού (voucher). Τα χρήματα, βέβαια, που αντιπροσωπεύει αυτό το «εκπαιδευτικό τσεκ» δεν είναι αρκετά για να καλύψουν ολόκληρη την εκπαιδευτική δαπάνη φοίτησης ενός παιδιού σε ιδιωτικό σχολείο, αλλά μόνο μέρος της. Από την άλλη, αν τελικά ο γονέας επιλέξει τη δημόσια εκπαίδευση, τα χρήματα που αντιστοιχούν στο κουπόνι θα αντιπροσωπεύουν την κρατική επιχορήγηση για την αντιμετώπιση των πάσης φύσεως λειτουργικών εξόδων του δημόσιου σχολείου. Αυτό σημαίνει ότι ο αριθμός των μαθητών ενός σχολείου θα καθορίζει και το ποσό που θα έχει στη διάθεσή του για την αντιμετώπιση του συνόλου των αναγκών του. Δηλαδή, παρατηρούμε ότι στόχος αυτής της λογικής είναι η μεταφορά κρατικών πόρων από τη δημόσια εκπαίδευση στην ιδιωτική.
Όταν στις 15.02.2011 το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) παρουσίασε στην Αθήνα τη μελέτη του με τίτλο «Ιδιωτική Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση στην Ελλάδα: προκλήσεις και προοπτικές», η έκδοση σχετικού δελτίου Τύπου αναγγελίας της παρουσίασης εκ μέρους του Συνδέσμου Ιδρυτών Ελληνικών Ιδιωτικών Εκπαιδευτηρίων (ΣΙΕΙΕ) προϊδέαζε και τον πλέον αδαή για τα συμφέροντα που αυτή θα εξυπηρετούσε.Συμπερασματικά, δύο ουσιαστικά αιτήματα πρόβαλαν από εκείνη την έρευνα: α) η ενίσχυση των επιχειρηματιών – ιδιοκτητών ιδιωτικών σχολείων με δημόσιο χρήμα μέσω της χορήγησης κουπονιών προς τις οικογένειες των μαθητών για την επιλογή του σχολείου των παιδιών τους και β) η άρση του νομικού πλαισίου που προσδιορίζει τις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών και ελέγχει τα προγράμματα σπουδών των ιδιωτικών σχολείων.
Όμως πρόκειται για δύο αντιφατικά και αλληλοσυγκρουόμενα αιτήματα. Κι αυτό γιατί, ενώ το αίτημα για την ενίσχυση των ιδιωτικών σχολείων μέσω κουπονιών στρέφεται απευθείας στην απομύζηση των κρατικών ταμείων από τους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων, με προφανή υστέρηση αυτών των κονδυλίων από τη δημόσια εκπαίδευση, την ίδια ακριβώς στιγμή αφενός διαχρονικά καταγγέλλεται -από τότε μέχρι σήμερα- από τον Κώστα Χατζηδάκη ως «κρατικίστικη» η όποια προστασία των εργασιακών σχέσεων στην ιδιωτική εκπαίδευση, αφετέρου επιζητείται -σε ευθεία αντίθεση προς το άρθρο 16 του συντάγματος -η διεύρυνση -μέσω της ανεξέλεγκτης διαμόρφωσης αναλυτικών προγραμμάτων στα ιδιωτικά σχολεία – των εκπαιδευτικών και, επομένως, κοινωνικών ανισοτήτων.
Όλα τα παραπάνω ίσως να είχαν μικρή σημασία, αν ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, την εποχή της έκδοσης αυτής της μελέτης, δεν ήταν ο σημερινός διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος προφανώς τότε και ενέκρινε το περιεχόμενό της. Όμως, η δραστηριότητα των θαυμαστών τού νεοφιλελευθερισμού στην εκπαίδευση είχε και συνέχεια. Στις 15 Φεβρουαρίου του 2014 ο Σύνδεσμος Ιδρυτών Ελληνικών Ιδιωτικών Εκπαιδευτηρίων (ΣΙΕΙΕ), έπειτα από λειτουργία και δραστηριότητα πολλών δεκαετιών, πραγματοποίησε το πρώτο του πανελλήνιο συνέδριο με τίτλο «Ιδιωτικό σχολείο και ανάπτυξη» στις αίθουσες της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τις εργασίες του συνεδρίου τίμησαν με την παρουσία τους οι τότε υπουργοί Κωστής Χατζιδάκης, Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος και Σίμος Κεδίκογλου. Οι δύο τελευταίες -και πιο σημαντικές- ενότητες του συνεδρίου ήταν οι εξής:
«… ε) Παρουσίαση μελέτης του ΙΟΒΕ με την οποία επιχειρείται συγκριτική ανάλυση του κόστους ανά μαθητή στη δημόσια και την ιδιωτική εκπαίδευση με στόχο τη συναγωγή συμπερασμάτων για την αποτελεσματική αξιοποίηση των δημόσιων πόρων που κατευθύνονται στη λειτουργία του σημερινού δημόσιου σχολείου.
στ) Το κουπόνι εκπαίδευσης: προτεινόμενο εργαλείο για την αποτελεσματική διαχείριση των πόρων που διατίθενται στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και για τη διασφάλιση του δικαιώματος του γονέα να επιλέγει το σχολείο του παιδιού του σύμφωνα με τον Χάρτη των Δικαιωμάτων του Πολίτη της Ε.Ε.».
Κι ενώ αυτά καταγράφονται ως επιθυμητές πρακτικές της Ν.Δ. και των επιχειρηματιών της εκπαίδευσης στη χώρα μας, διεθνείς έρευνες και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού που μελέτησαν το φαινόμενο των εκπαιδευτικών vouchers κατέληξαν από κοινού στα παρακάτω συμπεράσματα:
α) τα κουπόνια αξιοποιούνται κυρίως από τα μεσοαστικά στρώματα για την απόλαυση μιας έμμεσης έκπτωσης στα ακριβά ιδιωτικά σχολεία,
β) επιβαρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός χωρίς να υπηρετείται το δημόσιο αγαθό της εκπαίδευσης,
γ)καλλιεργούν τον ανταγωνισμό μεταξύ των σχολείων των λαϊκών στρωμάτων και εντείνουν τις εκπαιδευτικές ανισότητες,
δ) διά μέσου της διαχείρισης των εκπαιδευτικών κουπονιών εμφανίζονται κάποιοι δήθεν μη κερδοσκοπικοί επιχειρηματικοί κολοσσοί χωρίς κανέναν εκπαιδευτικό προσανατολισμό, με μοναδικό τους στόχο την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απομύζηση κρατικού χρήματος και την επίτευξη μεγαλύτερου κέρδους,
ε) οι εργασιακές σχέσεις στα σχολεία των κουπονιών διαλύονται και παραπέμπουν σε συνθήκες του 19ου αιώνα, ενώ χαρακτηριστικά να σημειωθεί ότι σχεδόν κανένας εκπαιδευτικός δεν εργάζεται πάνω από δύο χρόνια στο ίδιο σχολείο,
στ)ποικίλα οικονομικά και εκπαιδευτικά σκάνδαλα αναπτύχθηκαν κατά τη διαδικασία διαχείρισης αυτού του οικονομικού σχεδιασμού μεταξύ ιδιωτικών επιχειρήσεων και δημόσιων εκπαιδευτικών υπηρεσιών.
Αυτές λοιπόν είναι οι πραγματικές βουλές της Ν.Δ., των 150 σχολαρχών ανά την Ελλάδα που φαίνεται να έχουν υπαγορεύσει την εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης του Κ. Μητσοτάκη και της Ν.Δ. αλλά και όλων όσων αντιδρούν στη υπό δημόσια χρηματοδότηση λειτουργία των δημόσιων σχολείων καθώς και στην κρατική εποπτεία των ιδιωτικών σχολείων.
Στοχεύουν, εν ολίγοις, διαδίδοντας ψεύδη, στη διάλυση κάθε έννοιας δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης στην πατρίδα μας.
Η πεμπτουσία της εκπαιδευτικής πολιτικής της Ν.Δ., δηλαδή η πολιτική των εκπαιδευτικών κουπονιών (vouchers), είναι ένας άκρως επικίνδυνος και αποτυχημένος θεσμός που κατέληξε διεθνώς στη διάλυση των δημόσιων σχολείων και ως τέτοια η Αριστερά μαζί με το πανεκπαιδευτικό και γονεϊκό κίνημα θα την πετάξουν άνευ επαίνων στα σκουπίδια της ιστορίας.
Ο Γιώργος Μπουγελέκας είναι εκπαιδευτικός, συγγραφέας
ΠΗΓΗ:https://left.gr/